κατασκόπου

κατασκόπου
κατάσκοπος
one who reconnoitres
masc gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Κουζέν, Βικτόρ — (Victor Cousin, Παρίσι 1792 – Κάνες 1867). Γάλλος φιλόσοφος, ακαδημαϊκός και πολιτικός. Φοίτησε στο λύκειο Καρλομάγνου και στην École Normale. Πολύ γρήγορα διακρίθηκε για το ζωηρό ενδιαφέρον του σχετικά με τα φιλοσοφικά προβλήματα της εποχής του …   Dictionary of Greek

  • Μάτα Xάρι — (Mata Hari, Λεουβάρντεν 1876 – Βενσέν 1917). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο (στην ιαβανέζικη διάλεκτο, μάτα χάρι σημαίνει πουλί της αυγής) της Ολλανδής χορεύτριας και κατασκόπου Μαργκαρέτα Γκεερτρουίντα Ζέλε (Margaretha Geertruida Zelle). Αρχικά έζησε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”